Δευτέρα 15 Αυγούστου 2016

52698 δεν αφηνει χωρο ουτε να κανεις δεξια για να παρκαρεις ουτε αριστερα εκει που θελεις.



So Long so Far


ακούγοντας το more than woman και περπατώντας στους δρόμους της Θεσσαλονίκης και έχοντας αυτήν την ελαφριά μυρωδιά της υγρασίας να ακολουθεί τα βήματα μου σκέφτηκα εσένα.

πάντα όταν έπιανε βροχή, ήθελα να βρίσκομαι δίπλα σε όλους. αυτούς που προσπαθούν να κρυφτούν από την βροχή, από τις άβολες σκέψεις που τους περικύκλωναν, σαν μια αδιέξοδο. το ίδιο έχω πάθει και εγώ. για αυτό θέλω να πάω δίπλα σε όλους αυτούς, για να μην νιώθω μονός. μόνο που η δικιά μου βροχή, είναι αειθαλής και όξινη, κατά τόπους νεφελώδης. η προστασια μου απέναντι σε κάτι τέτοιο το τηλέφωνο. τυχαίοι σχηματισμοί αριθμών, οι όποιοι με φέρνουν σε επαφή με το άγνωστο. κάτι που δεν μπορω να αντισταθώ μεν άλλα φοβάμαι. σαν την αιώνια λιακάδα μέσα μου. μην πείτε ότι είναι κλεμμένο το ξέρω. άλλα είναι σπουδαίο να βρίσκεις τα δικά σου μπόσικα, μέσα από κάποιους άλλους. έτσι μεγαλώνω, αφήνομαι, δίνομαι, μπορώ να εξηγησω κάτι που μου συμβαίνει και ντρέπομαι. όπως καλή ώρα. που ψάχνω να βρω καποιους που νιώθουν σαν έμενα. θα τους άφηνα να μιλήσουν για μένα, άσχετα με το αν με ξέρουν, άσχετα με το αν πραγματικα τους νοιαζει, για μένα. άλλα έμενα θα με εβγαζαν από αυτό, το αδιέξοδο. μου θυμιζουν ενα ποιημα, που σε καποιο μου ταξιδι καποια στιγμη μου του ειπε η Μ. πηγαινε καπως ετσι
KPYΦA AΠ TON KOΣMO, TA MATIA ΓYPΩ-ΓYPΩ 
KOITOYN / KPYΦA AΠ TON KOΣMO, TA ΔAXTYΛA ME NEYPO XTYΠOYN / KPYΦA AΠ TON KOΣMO, TON HXO THΣ ZHTAEI H KAPΔIA / MEΣA ΣTON KOΣMO, TO XAΔI ΣOY ME BPIΣKEI KPYΦA.
τι τρελη θεε μου αναρωτιόμουν; καθε στιγμη που την εφερνα στην σκεψη μου. τελικα στο δωματιο που μπορεσα και τρυπωσα, ηταν ενα ζευγαρι μεσης ηλικιας και ισως λιγο παραπανω. σαν αυτο το παραπανω που ζητησε ο ενας απο τον αλλον. αλλα τελικα η λυση ηταν φτηνη, ευκολη, σαν μια αγορα δερματινης τσαντας, απο τοπικο μαγαζι που υπηρχε η οικειοτητα, αλλα δεν υπηρχε το στυλ που εψαχνε ο καθενας τους ξεχωριστα. η ζωη κυλησε. τους εβλεπα μεσα απο ενα καθρεπτη, που ειχαν μεσα στην κρεβατοκαμαρα τους. η μια στην μια ακρη του κρεβατιου, ο αλλος ετοιμος να βγαλει της παντοφλες του, ετοιμος να πλαγιασει. οι σκεψεις του, που ακουγοντουσαν τοσο δυνατα και καθαρα, ενωνωντουσαν σαν τα καλωδια της δεη που οταν ταξιδευεις, απο την ταχυτητα το βλεπεις αυτο το καλωδιο να παλλετε με την ιδια μονοτονια. οπως σαν αυτην που χρονια ζουσε αυτο το ζευγαρι σαν να μην θελει, παρα μονο να μην ειχε αγορασει αυτην την τσαντα που δεν χωρουσε μια ομπρελα για την βροχη, που ομως ποτε δεν την χρησημοποιησαν, ωστε να βγουν απο το αδιεξοδο τους. ετσι μειναν για παντα μεσα στις αβολες καταστασεις για αυτους. ηρθε η ωρα να βγω ξανα στην βροχη. που οποτε την βλεπω να πεφτει κατω στο εδαφος, ειναι σαν να κανει τσεκ, οτι επεσε στο σωστο μερος. τι πραγμα ωραιο, μετα απο τοσα μετρα ελευθερης πτωσης απο το δικο μου συννεφο να πεφτει ποτε αριστερα και ποτε δεξια της.